1948, Νυρεμβέργη: Ο Νταν Χάιγουντ, ένας συνταξιοδοτημένος δικαστής από τη Μέιν, έρχεται για να προεδρεύσει της δίκης τεσσάρων δικαστικών που αντιμετωπίζουν την κατηγορία "εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας". Κανείς από τους κατηγορούμενους δεν πάτησε τη σκανδάλη. Ήταν, όμως, όλοι στα ανώτερα κλιμάκια της εξουσίας και εκτελούσαν τις διαταγές του Χίτλερ. Κατά πόσο, λοιπόν, είναι ένοχοι για το φρικτό θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης; Οι μάρτυρες κατηγορίας και υπεράσπισης φωτίζουν με τον τρόπο τους την ιστορία και κλιμακώνουν την συναισθηματική ένταση του δικαστηρίου. Παράλληλα, "βγαίνουμε" από την αίθουσα δικαστηρίου και βλέπουμε τη ζωή όπως συνεχίζεται μετά τον πόλεμο, αν και με ανάμεικτα αισθήματα φόβου και ενοχής. Με συνεχείς αναφορές στον ψυχρό πόλεμο, την κρίση στην Τσεχοσλοβακία και την Αερογέφυρα Βερολίνου ολοκληρώνεται το παζλ της εποχής. Ύστερα από μια μεγάλη δίκη, η ετυμηγορία ορίζεται και οι τέσσερις κατηγορούμενοι κρίνονται ένοχοι. Έχουν, όμως, πραγματικά βρεθεί και τιμωρηθεί οι υπεύθυνοι; Με τον όρο Δίκη της Νυρεμβέργης αναφέρεται η δίκη των Γερμανών ναζιστών εγκληματιών πολέμου που ξεκίνησε στο δικαστικό μέγαρο της Νυρεμβέργης στις 20 Νοεμβρίου του 1945, με κατηγορούμενους 24 μέλη του ναζιστικού κόμματος και οκτώ ναζιστικές οργανώσεις. Διήρκεσε έως την 1η Οκτωβρίου 1946. Το Δικαστήριο που συστάθηκε ήταν αποτέλεσμα μιας συμφωνίας, την οποία υπέγραψαν οι Κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών στις 8 Αυγούστου 1945 στο Λονδίνο, για την δίκη και πιθανή καταδίκη όλων των εγκληματιών πολέμου των προερχόμενων από τον Άξονα. Η συμφωνία αυτή προέβλεπε ότι το Δικαστήριο θα απαρτιζόταν από τέσσερα μέλη, καθένα από τα οποία θα είχε και ένα αναπληρωματικό. Τόσο τα τακτικά, όσο και τα αναπληρωματικά μέλη, θα ορίζονταν από τις υπογράφουσες τη συμφωνία Κυβερνήσεις. Απαρτία θεωρείται ότι έχει το Δικαστήριο μόνον όταν παρίστανται και τα τέσσερα μέλη του (τακτικά ή αναπληρωματικά). Αφέθηκε ανοικτό το θέμα να υπάρξουν και άλλες δίκες, αν προέκυπτε τέτοια ανάγκη κατά την ακροαματική διαδικασία. Στο Δικαστήριο συμμετείχε, επίσης, και η Γαλλία. Οι βασικές κατηγορίες, για τις οποίες θα λογοδοτούσαν οι υπόδικοι, ήταν: - Εγκλήματα κατά της Ειρήνης: Συγκεκριμένα ο σχεδιασμός, η προετοιμασία, η έναρξη, η εξαπόλυση πολέμου ή επίθεσης ή πολέμου κατά παράβαση των διεθνών συνθηκών, συμφωνιών ή διαβεβαιώσεων, ή συμμετοχή σε κοινό σχέδιο συνωμοσίας για την επίτευξη οποιουδήποτε από τους παραπάνω στόχους.
- Εγκλήματα Πολέμου: Συγκεκριμένα, παραβιάσεις των νόμων και των κανόνων του πολέμου. Σε αυτά περιλαμβάνονται - δεν περιορίζονται όμως σε αυτά - δολοφονίες, κακομεταχείριση ή εκτόπιση για καταναγκαστική εργασία ή οποιοδήποτε άλλου σκοπό ιδιωτών από κατακτημένη χώρα, δολοφονία ή κακομεταχείριση αιχμαλώτων πολέμου ή ναυτικών, εκτέλεση ομήρων, λεηλασίες δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας, απρόκλητη καταστροφή πόλεων, κωμοπόλεων ή χωριών ή καταστροφές μη υπαγορευόμενες από στρατιωτική ανάγκη.
- Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας: Συγκεκριμένα, δολοφονία, εξόντωση, υποδούλωση, εκτόπιση και άλλες απάνθρωπες πράξεις διαπράχθηκαν κατά πολιτών πριν ή κατά τη διάρκεια του πολέμου. διώξεις λόγω πολιτικών, φυλετικών ή θρησκευτικών αιτίων ή σχετικών με οποιοδήποτε έγκλημα το Δικαστήριο ήθελε κρίνει ότι, εκτελέσθηκε, είτε παραβίασε την τοπική νομοθεσία είτε όχι, της χώρας στην οποία διαπράχθηκε.
- Συνωμοσία για το σχεδιασμό και την εξαπόλυση επιθετικών ενεργειών και άλλων εγκλημάτων κατά της Παγκόσμιας Ειρήνης.
Η ταινία προτάθηκε για 11 Όσκαρ και απέσπασε τελικά 2 (Α ανδρικού ρόλου για τον Μαξιμίλιαν Σελ και καλύτερου σεναρίου), ενώ κέρδισε ακόμα 12 υποψηφιότητες και 12 βραβεία σε διάφορα κινηματογραφικά φεστιβάλ. |